Ως τραυλισμός αναφέρεται η διαταραχή της φυσιολογικής ροής και της ρυθμικής διαμόρφωσης της ομιλίας, η οποία είναι δυσανάλογη με την ηλικία του ατόμου. Η διαταραχή αυτή σχετίζεται με τη δυσκολία ελέγχου του μηχανισμού της ομιλίας από το άτομο.
Στις περισσότερες περιπτώσεις, ο τραυλισμός εμφανίζεται στις ηλικίες 2 έως 5 ετών. Τα παιδιά αρχίζουν να επαναλαμβάνουν ήχους, συλλαβές ή λέξεις όταν μιλούν, με αποτέλεσμα οι γονείς να ανησυχούν πως το πρόβλημα θα παραμείνει. Η διαταραχή αυτή εδραιώνεται σταδιακά οπότε δικαίως ανησυχούν.
Πώς εμφανίζεται ο τραυλισμός;
Όταν το παιδί αρχίζει να οργανώνει το λόγο του γύρω στον 2 ο με 3 ο χρόνο, συμβαίνει αρκετά συχνά να περνά από μία φάση, η οποία μπορεί να διαρκέσει από μερικές μέρες ως και εβδομάδες, κατά την οποία οι γονείς παρατηρούν επαναλήψεις ή/και κομπιάσματα. Σε αυτή την περίπτωση μιλάμε για έναν «φυσιολογικό» τραυλισμό, ο οποίος συνήθως μειώνεται και εξαφανίζεται μόνος του.
Υπάρχουν όμως και κάποια παιδιά που εξακολουθούν να παρουσιάζουν αυτή τη δυσρυθμία και αντί να μειώνεται, χειροτερεύει. Ο λόγος δε ρέει ομαλά και μπορεί να συνοδεύεται από δυσκολίες στην αναπνοή και από τικ.
Η συχνότητα εμφάνισης του παιδικού τραυλισμού είναι περίπου 5% στο σύνολο του παιδικού πληθυσμού και παρουσιάζεται συνήθως με τα εξής χαρακτηριστικά:
- Επαναλήψεις ήχων, συλλαβών και λέξεων
- Επιμηκύνσεις ήχων
- Επιφωνήματα
- Παύσεις μέσα στις λέξεις
- Περιφράσεις
- Μπλοκαρίσματα
- Υπέρμετρη φυσική ένταση
Η εξέλιξη του τραυλισμού περνά από τέσσερις φάσεις: Η πρώτη εμφανίζεται στην προσχολική ηλικία και συμβαίνει κυρίως όταν το παιδί είναι αναστατωμένο/ενθουσιασμένο ή βιάζεται να πει πολλά. Σε αυτή τη φάση δε δημιουργείται ιδιαίτερη ανησυχία. Η δεύτερη φάση εμφανίζεται στη σχολική ηλικία και ο τραυλισμός αποτελεί πια χρόνιο πρόβλημα. Είναι πιο επίμονος και εκδηλώνεται σε περισσότερες καταστάσεις. Στην τρίτη φάση το παιδί αρχίζει να καταλαβαίνει ότι συγκεκριμένοι φθόγγοι, συλλαβές και λέξεις μπορεί να του δημιουργήσουν πρόβλημα, για αυτό και αποφεύγει τη χρήση τους.
Στην τέταρτη και τελευταία φάση, το άτομο αρχίζει να αποφεύγει καταστάσεις όπου μπορεί να κληθεί να μιλήσει, καθώς του προκαλεί αμηχανία.
Καταλαβαίνουμε λοιπόν, πως σε περιπτώσεις που ο τραυλισμός δεν αντιμετωπίζεται με την κατάλληλη θεραπευτική προσέγγιση, τείνει να εξελιχθεί σε χρόνιο πρόβλημα.
Οι περισσότεροι ειδικοί συγκλίνουν στην άποψη πως ο τραυλισμός είναι πρόβλημα πολυπαραγοντικής αιτιολογίας, είναι δηλαδή αποτέλεσμα μιας σειράς δομικών, αναπτυξιακών, περιβαλλοντικών και ψυχολογικών παραγόντων, επομένως χρειάζεται την παράλληλη συνεργασία δύο ειδικών:
του Λογοθεραπευτή και του Ψυχολόγου.
Τέλος, πρέπει να επισημάνουμε ότι ο τραυλισμός που αντιμετωπίζεται στην αρχή της εμφάνισής του, θεραπεύεται πιο γρήγορα και αποτελεσματικά. Συμβουλευτείτε ειδικό το συντομότερο δυνατό, δηλαδή 2-3 μήνες από την έναρξη των συμπτωμάτων.